Οι εντυπώσεις από την παρέλαση των μεγάλων ορχηστρών που εμφανίστηκαν στην Αθήνα μέσα σε μερικές εβδομάδες συμπληρώθηκε για τον γράφοντα με συναυλία της πολυηχογραφημένης Βασιλικής Ορχήστρας Concertgebouw του Άμστερνταμ, υπό τη διεύθυνση του Ιταλού αρχιμουσικού Daniele Gatti, που δόθηκε στις 30/6, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Ελληνικού Φεστιβάλ.
Το πρόγραμμα άνοιξε με το «Ειδύλλιο του Siegfried» του Richard Wagner: το 1870 ο συνθέτης είχε προσφέρει το έργο ως δώρο γενεθλίων στη δεύτερη σύζυγό του Cosima, κόρη του Franz Liszt. Ένα μικρό ορχηστρικό σύνολο είχε ερμηνεύσει για πρώτη φορά τη σύνθεση στα σκαλιά του σπιτιού του ζεύγους Wagner στην Ελβετία (τι ευχάριστο ξύπνημα για την Cosima!). Η ολλανδική ορχήστρα, υπό τον Gatti, πρόσφερε μια ευαίσθητη και λεπτά χρωματισμένη ερμηνεία, προσωπική σε έκφραση, με έντονες ποιότητες μουσικής δωματίου. Εντούτοις, μεγάλο μέρος των θεσπέσιων ηχοχρωμάτων, που με τόση ετοιμότητα και φινέτσα αντλούσε ο Gatti από την υπέροχη ορχήστρα, χάνονταν λόγω της φτωχής ακουστικής του ανοιχτού χώρου: το Ηρώδειο, φυσικός χώρος του Φεστιβάλ Αθηνών, διαθέτει μοναδική ατμόσφαιρα και αδιάψευστη ιστορία, όμως η προβληματική ακουστική του δεν κολακεύει τον ήχο, γεγονός που ορισμένες φορές, όπως η παρούσα, γίνεται πολύ αισθητό.
Στο δεύτερο μέρος της βραδιάς ακούσαμε τη Συμφωνία αρ. 5 του Gustav Mahler, ίσως της διασημότερης όσων συνέθεσε λόγω της τέταρτης κίνησης, Adagietto (σε φα μείζονα), που χρησιμοποιήθηκε ως μουσική υπόκρουση στην περίφημη ταινία του Luchino Visconti «Θάνατος στη Βενετία» (1971). Όπως και στην περίπτωση του έργου του Wagner που ακούστηκε νωρίτερα, έτσι και το Adagietto συνδέεται με μια γυναικεία μορφή: ο Mahler έστειλε το μέρος αυτό εν είδει ερωτικής μουσικής επιστολής στην πανέμορφη και κατά πολύ νεώτερή του, Alma Schindler (εκείνη ήταν είκοσι δύο και εκείνος σαράντα ενός ετών), που έμελε στη συνέχεια να γίνει η σύντροφος της ζωής του. Το έργο, που ολοκληρώθηκε το 1902, ανήκει στα πιο αγαπημένα και αυτοβιογραφικά του Βοημού συνθέτη, που πέρασε μια ζωή περιπετειώδη, γεμάτη από επαγγελματικές επιτυχίες ως αρχιμουσικός (λιγότερες επιτυχίες είχε ως μουσουργός), αλλά και αλλεπάλληλα οικογενειακά και προσωπικά δράματα.
Ο Gatti και η ορχήστρα, με μεγάλη ένταση έφεραν στην επιφάνεια την τραγικότητα των δύο πρώτων μερών (Trauermarsch και Stürmisch bewegt), μη λησμονώντας να «τραγουδήσουν» με νόημα τις ελεγειακές μελωδίες που περιλαμβάνονται σε αυτά. Το τρίτο μέρος, ένα τεράστιο Scherzo με μεγάλες εκφραστικές αντιθέσεις, αντιμετωπίστηκε με ευθύτητα και μουσική ευστροφία: εδώ τονίστηκαν οι διαφορετικού χαρακτήρα διαθέσεις και η αισιοδοξία που επικρατεί, υπογραμμίστηκε με γούστο η ανάπτυξη των θεμάτων (σε μορφή ABABA) και η αντιπαράθεση των χαρακτηριστικών χορών Ländler και Βαλς. Στη συνέχεια, το Adagietto (για έγχορδα), ρομαντικό ιντερλούδιο της συμφωνίας αυτής, κύλισε με τρυφερότητα και μελαγχολική-νοσταλγική διάθεση. Η αντιστικτική δεινότητα του Mahler που φαίνεται τόσο ξεκάθαρα στο τελευταίο μέρος, Rondo-Finale, αναδείχθηκε με διαφάνεια, ακρίβεια και ρυθμική πιστότητα.
Τέλος, έξοχη κρίθηκε η απόδοση του σώματος των εγχόρδων όπως και η τονική ακρίβεια και η ηχητική πληρότητα των χάλκινων και ξύλινων πνευστών.