Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

8ο Φεστιβάλ Αιγαίου (Σύρος)



Ο Peter Tiboris διευθύνει Beethoven (φωτο: Stefanos)


Η Σύρος ανήκει σίγουρα στα πιο όμορφα νησιά της Ελλάδας. Με μακραίωνη ιστορία (πρώτοι κάτοικοι του νησιού υπήρξαν οι Φοίνικες), ιδιαίτερη γεωγραφική θέση, πανέμορφα χωριά και φυσικό πλούτο, αποτελεί εδώ και χρόνια αγαπημένο σημείο συνάντησης επισκεπτών από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Η Ερμούπολη πρωτεύουσα του νησιού και του νομού Κυκλάδων, αποτελεί από μόνη της ένα θαύμα αρχιτεκτονικής (ο μέγας Ernst Ziller υπήρξε αρχιτέκτονας του Δημαρχείου), αισθητικής και υποδειγματικής φιλοξενίας.
Το εν λόγω νησί επέλεξε για να στήσει ένα διεθνές φεστιβάλ, το Διεθνές Φεστιβάλ Αιγαίου (Festival of the Aegean), ο αρχιμουσικός Παναγιώτης Τιμπόρης (Peter Tiboris), που εδώ και πολλά χρόνια ζει και δραστηριοποιείται στη Νέα Υόρκη.
Φέτος πραγματοποιήθηκε το όγδοο κατά σειρά φεστιβάλ, το οποίο από τις 9 ως τις 22/7  φιλοξένησε έναν εντυπωσιακό αριθμό διάσημων καλλιτεχνών από διάφορα μέρη του κόσμου.
Αναλυτικότερα, με ενθουσιασμό και μεράκι προγραμματίστηκε σειρά εκδηλώσεων, που ικανοποίησε όλα τα γούστα: παραστάσεις όπερας (Richard Strauss, Σαλώμη), συναυλίες συμφωνικής και χορωδιακής μουσικής, συναυλίες μουσικής δωματίου, ρεσιτάλ πιάνου, βραδιά μπαλέτου, θεατρική παράσταση και σεμινάριο όπερας για νέους λυρικούς καλλιτέχνες (Greek Opera Studio).
Παρακολουθήσαμε τις δύο εκδηλώσεις, που δόθηκαν στις 15 και 16/7: την πρώτη μέρα, με φόντο το επιβλητικό δημαρχείο, στην πλατεία Μιαούλη, πραγματοποιήθηκε η μεγάλη ετήσια συμφωνική-χορωδιακή συναυλία του φεστιβάλ, με τίτλο «Κάτω από τα αστέρια». Η Φιλαρμονική της Όπερας των Τιράνων και η Χορωδία του Φεστιβάλ Αιγαίου (αποτελούμενη από δεκαεπτά χορωδίες και περίπου τριακόσια πενήντα μέλη), υπό τη διεύθυνση τριών αρχιμουσικών, και χορωδιακή ομάδα, αποτελούμενη από  διαφορετικές χορωδίες, ερμήνευσαν τα έργα που σχημάτισαν το ποικίλο πρόγραμμα.
Ειδικότερα, η συναυλία άνοιξε με τη Φεστιβαλική Εισαγωγή του Nikola Zoragi και τους Αλβανικούς Χορούς του Thoma Gaqi: ο αρχιμουσικός Zhani Ciko πέτυχε να εκμαιεύσει ενθουσιασμό από την ορχήστρα και να υπογραμμίσει τα έντονα ρυθμικοχορευτικά στοιχεία των έργων. 
Στη συνέχεια, ο πολυβραβευμένος Βρετανός συνθέτης χορωδιακής μουσικής και αρχιμουσικός John Rutter, διήθυνε το δικό του Magnificat, έργο ολοκληρωμένο το 1990. Με ιδιαίτερη ευαισθησία και παλμό, ο Rutter ενθάρρυνε την πολυπρόσωπη χορωδία και ορχήστρα να φωτίσουν τα εξωτικά στοιχεία της παρτιτούρας του, τις ρυθμικές και αρμονικές επιρροές από την jazz, το ύφος του αμερικανικού musical και βεβαίως τις χαρακτηριστικές πολυρυθμικές κατευθύνσεις, που έχουν τη βάση τους στην Λατινική Αμερική. Ωστόσο, ο ανοιχτός χώρος και η όχι ιδιαίτερα καλή μικροφωνική ενίσχυση συντελούσαν στο να χάνονται αρκετές σημαντικές λεπτομέρειες της παρτιτούρας, κυρίως όσον αφορούσε στα χορωδιακά μέρη και στην ενορχήστρωση.
Ακολούθησε το εμβληματικό Bolero του Maurice Ravel, χορογραφημένο από τον καλλιτεχνικό διευθυντή του μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) Renato Zanella. Πίσω από την ορχήστρα, στις σκάλες του  Δημαρχείου, είχε τοποθετηθεί μια μικρή σκηνή πάνω στην οποία η εξαίρετη Μαρία Κουσουνή (πρώτη χορεύτρια του μπαλέτου της ΕΛΣ) με εύπλαστες, εκφραστικές και αποκαλυπτικά άμεσες κινήσεις απέδωσε τον αθάνατο χορό του σημαντικού Γάλλου μουσουργού στην ευφάνταστη χορογραφία του Zanella. Ο Τιμπόρης διήθυνε την ορχήστρα με προσοχή και νόημα.
Η βραδιά έκλεισε με το τελευταίο μέρος, Presto, Allegro molto assai, από τη Συμφωνία αρ. 9, Op. 125, του Ludwig van Beethoven. Υπό τη διεύθυνση πάντα του Τιμπόρης, οι σολίστ (Erica Muller, σοπράνο, Maria Ratkova, μέτζο σοπράνο, Keith Ikaia-Purdy, τενόρος, Δημήτρης Καβράλκος, μπάσος),  οι χορωδίες και η ορχήστρα, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους προκειμένου να τραγουδήσουν μεγαλοπρεπώς την πανανθρώπινη δημιουργία του Beethoven και τους βαρυσήμαντους και συγκινητικούς στίχους της Ωδής στη Χαρά (Ode an die Freude) του Friedrich Schiller.
Την επόμενη βραδιά, στο κομψό θέατρο Απόλλων (που αρχιτεκτονικά μοιάζει με διάφορα σημαντικά λυρικά θέατρα της Ιταλίας, όπως είναι η Scala του Μιλάνου και το θέατρο San Carlo της Νάπολης), παρακολουθήσαμε ρεσιτάλ του εκλεκτού όσο και πάντα φιλέρευνου πιανίστα-συνθέτη Χρίστου Παπαγεωργίου. Ο καλλιτέχνης σημείωνε την πρώτη του εμφάνιση στο πλαίσιο του θεσμού. Το πρόγραμμα καλύφθηκε από το έργο του ιδίου, με τίτλο «Στυλιστικές Παραλλαγές πάνω σε ένα τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη».
Πιο συγκεκριμένα, πλάθοντας και μεταμορφώνοντας το διάσημο τραγούδι «Στο περιγιάλι το κρυφό», ο Παπαγεωργίου μάς ταξίδεψε σε υφολογικά διαφορετικούς κόσμους, ποικίλων εποχών και αισθητικών κατευθύνσεων. Το όμορφο τραγούδι του Θεοδωράκη φορούσε διαφορετικά κοστούμια, άλλοτε του Couperin, άλλοτε του Bach, του Mozart, του Schubert, του Chopin, του Stravinsky, όπως και άλλων συνθετών. Δεν ήταν μόνο τα ύφη των συνθετών, αλλά και ο συναισθηματικός χαρακτήρας του κομματιού που άλλαζαν ανάλογα, πάντα με επιτυχία.
Η άρτια πιανιστική τεχνική και η πλούσια-επινοητική φαντασία του Παπαγεωργίου, κέρδισαν το κοινό. 



Ο πιανίστας-συνθέτης Χρίστος Παπαγεωργίου


Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Τρία πρωτοποριακά μονόπρακτα



Σκηνή από την όπερα Παλίρροια (φωτο: Εθνική Λυρική Σκηνή)



Με ζωηρό ενδιαφέρον παρακολουθήσαμε στις 23/6 (Θέατρο Ολύμπια), τα τρία μονόπρακτα έργα σύγχρονης όπερας, που ανέβασε η Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ). Σημειώνουμε ότι τα δύο πρώτα έργα που παρουσιάστηκαν, με τίτλους Διωγμένος της Λίνας Τόνια και Ο Φρόυντ για εκείνη του Ιωσήφ Βαλέτ, διακρίθηκαν στον διαγωνισμό για νέο έργο όπερας Έλληνα συνθέτη που διοργάνωσε για πρώτη φορά η ΕΛΣ σε συνεργασία με την Ένωση Ελλήνων Μουσουργών. Το τελευταίο έργο που παρουσιάστηκε ήταν η Παλίρροια του Boris Blacher.
Πιο συγκεκριμένα, η Τόνια έδειξε το ταλέντο της στη δόμηση του μουσικού υλικού της και ιδίως στην ενορχήστρωση. Από την πλευρά του, ο Βαλέτ πρότεινε μια πολυστιλιστική παρτιτούρα γεμάτη ενδιαφέροντα ηχοχρώματα και καλά διατυπωμένες δραματικές αντιθέσεις. Στο πρώτο έργο ακούστηκε η πολύ καλή Βούλα Αμιραδάκη,  ενώ στο δεύτερο, οι άρτια προετοιμασμένες Μαρία Κόκκα και Έλενα Μαραγκού.  
Η βραδιά έκλεισε με το αριστουργηματικό έργο, Η Παλίρροια, του Blacher. Το εν λόγω μελόδραμα υπήρξε το  πρώτο που γράφτηκε και παρουσιάστηκε στην μεταπολεμική Γερμανία, εποχή που τα περισσότερα γερμανικά λυρικά θέατρα ήταν ακόμα ισοπεδωμένα από τους φοβερούς βομβαρδισμούς. Ολοκληρώθηκε το 1946 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 4 Μαρτίου 1947, στη Δρέσδη. Ψυχογραφικές εντάσεις και ερωτικές αγωνίες καλύπτουν την πλοκή, η οποία ξετυλίγει το δράμα τεσσάρων διαφορετικού ήθους χαρακτήρων-θυμάτων ενός ναυαγίου, που περιμένουν την καταστροφική δράση της παλίρροιας.
Την αθηναϊκή διανομή κάλυψαν οι φωνητικά και θεατρικά εντυπωσιακοί Γεωργία Ηλιοπούλου, Νίκος Στεφάνου, Διονύσης Τσαντίνης και Πέτρος Σαλάτας. Η Ορχήστρα Σύγχρονης Όπερας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και η Χορωδία Fons Musicalis, υπό τη διεύθυνση του Νίκου Βασιλείου, αποδείχθηκαν ικανότατη και πρωταγωνιστικής σημασίας συντελεστές της παραγωγής. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει η χορωδία, που στο  τεχνικά απαιτητικότατο έργο του Blacher, επέδειξε μεγάλη άνεση και ακρίβεια στη ερμηνεία των ρυθμικά πολύπλοκων αντιστικτικών μερών.
Η έξυπνη και διεισδυτική σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη, τα καλαίσθητα μοντέρνα σκηνικά του Σωτήρη Στέλιου (στο έργο του Blacher, ένα μεγάλο κομμάτι ξύλου συμβόλιζε το σκαρί του κατεστραμμένου πλοίου), τα ωραιότατα και προσεκτικά σχεδιασμένα κοστούμια της Αλεξίας Θεοδωράκη και οι ψυχογραφικής έντασης φωτισμοί της προικισμένης Μελίνας Μάσχα συνέβαλαν σε ένα αποτέλεσμα υψηλού ενδιαφέροντος και ιδιαίτερης αισθητικής, το οποίο εύστοχα υπογράμμιζε συναισθήματα και γεγονότα.
Η ΕΛΣ έχει ήδη προκηρύξει τον επόμενο διαγωνισμό για νέα έργα όπερας ελλήνων συνθετών και με ανυπομονησία αναμένουμε να απολαύσουμε τους καρπούς αυτής της όντως εξαιρετικής πρωτοβουλίας.