Η Φιλαρμονική της Βιέννης |
Η Φιλαρμονική της
Βιέννης από την αρχή της ίδρυσής της, το 1842 (ως Φιλαρμονική Ακαδημία) μέχρι τις
μέρες μας, δεν έχει παύσει να ευχαριστεί και να γοητεύει το κοινό της.
Πρόκειται για μυθική ορχήστρα, η οποία έχει λάβει κάθε έπαινο από αρχιμουσικούς,
σολίστ, κριτικούς και κοινό.
Υπό τη
διεύθυνση δύο διακεκριμένων μαέστρων είχαμε την ευκαιρία να την απολαύσουμε στο
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης), κατά τη διάρκεια τριών συναυλιών.
Αναλυτικότερα,
η πρώτη συναυλία δόθηκε στις 29/4, το πρωί (11.00 π.μ.), ειδικά για παιδιά και νέους. Ο Βρετανός, Ιταλικής καταγωγής, Sir Antonio Pappano διήθυνε
τη Συμφωνία αρ. 22, Ο Φιλόσοφος, Hob.I:22, του Franz Joseph Haydn και τα δύο τελευταία μέρη (Allegro giocoso και
Allegro energico e passionatο)
από τη Συμφωνία αρ. 4, Op.
98, του Johannes Brahms.
Με εξαιρετικό γούστο και πλαστικότητα σχημάτισε τις φράσεις των έργων. Απευθυνόμενος με γοητευτική αμεσότητα στο
νεανικό κοινό, έδινε βασικές πληροφορίες σχετικά με τους συνθέτες και τα έργα.
Το ίδιο βράδυ
πρόσφερε ερμηνείες των δύο προαναφερθέντων παρτιτούρων παρεμβάλλοντας ανάμεσα
το συμφωνικό έργο Teufel Amor του σύγχρονου Γερμανού συνθέτη Jörg Widmann (γ. 1973). Η συνεργασία του Pappano και της ορχήστρας κρίθηκε ιδιαίτερα επιτυχής. Η καλοσχεδιασμένη
ερμηνευτική άποψη των έργων, η δυναμική διεύθυνση και ο υπέροχα λαξευμένος ήχος
του συνόλου συνέδραμαν σε αναγνώσεις υψηλού επιπέδου. Ειδικότερα, δόθηκε
προσοχή τόσο στα βασικά όσο και στα επιμέρους δομικά στοιχεία της κλασικής
συμφωνίας του Haydn, ενώ το επικό έργο του Brahms αποκαλύφθηκε με έντονα
αφηγηματική ρομαντική διάθεση. Ασφαλώς πρόκειται για δύο συνθέτες που ανήκουν στους
πλέον αγαπημένους της ορχήστρας και αυτή η σχέση φαινόταν σε κάθε μέτρο της μουσικής.
Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι γεμάτες συγκίνηση εκτενείς φράσεις του αργού
μέρους της Τέταρτης του Brahms εκτελέστηκαν
από τα έγχορδα με υποδειγματική θέρμη και αξεπέραστη αίσθηση του legato. Το έργο του Widmann διέθετε πολλά ενδιαφέροντα
στοιχεία και ήταν εντυπωσιακά ενορχηστρωμένο. Το θεατρικό στοιχείο, ο
διαβολικός οίστρος και τα πολλά θεατρικά στοιχεία φωτίστηκαν εξαιρετικά από τον
Pappano και την ορχήστρα. Εκτός προγράμματος
λάβαμε ως αναμενόμενο bis τον Ουγγρικό Χορό αρ. 1 του Brahms, παιγμένο
με ένταση και λαμπρό ενθουσιασμό.
Την ακριβώς
επόμενη βραδιά (30/4), το podium της ίδιας ορχήστρας κατέλαβε ο Γερμανός αρχιμουσικός Christian Thielemann, άλλος ένας διάσημος μαέστρος της ίδιας γενιάς. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι
τόσο αυτός όσο και ο Pappano είναι
γεννημένοι την ίδια ακριβώς χρονιά, το 1959. Επίσης, αμφότεροι έχουν αποδείξει
τη μεγάλη τους αγάπη για την όπερα: ο Pappano είναι
μουσικός διευθυντής της Βασιλικής Όπερας Covent Garden του Λονδίνου, ενώ ο Thielemann είναι μουσικός σύμβουλος του
Festival του Bayreuth.
Πιο συγκεκριμένα,
το πρόγραμμα της δεύτερης συναυλίας σχηματίστηκε από έργα αποκλειστικά του Robert Schumann: Εισαγωγή, Scherzo και Finale, Op. 52, Συμφωνία αρ. 1, Op. 38, Της Άνοιξης, Φαντασία
για βιολί, Op. 131, και Συμφωνία αρ. 4, Op. 120. Ο γεμάτος,
ευαίσθητα χρωματισμένος, διάφανος και τεχνικά άμεμπτος ήχος της ορχήστρας διακρίθηκε
σε κάθε ένα από τα προαναφερθέντα έργα. Ο Thielmann, με ακριβέστατη
και ιδιαίτερα εκφραστική κινησιολογία, φρόντισε να φέρει στην επιφάνεια τα δραματικά στοιχεία των έργων, τα χαρακτηριστικά επαναλαμβανόμενα νευρικά ρυθμικά
σχήματα (λ.χ. πρώτο μέρος της Τέταρτης Συμφωνίας,
Ziemlich langsam - Lebhaft) και
ιδιαίτερα τους ξεχωριστούς συνδυασμούς των ορχηστρικών ομάδων. Ωστόσο, δεν
κρύβουμε ότι βρήκαμε μάλλον ενοχλητικές τις συχνές αλλαγές ταχυτήτων μέσα στα
μέρη των έργων (που, βεβαίως, δεν σημειώνονται από τον μουσουργό στην παρτιτούρα)
και τα παρατεταμένα ritenuti που εφήρμοζε ο αρχιμουσικός κατά
τους σχηματισμούς των φράσεων.
Ο βετεράνος Αυστριακός
βιολονίστας Rainer Küchl, που από την
ηλικία των είκοσι ετών κατέχει τη θέση του Konzertmeister (εξάρχοντα) της Φιλαρμονικής
της Βιέννης, ερμήνευσε με μουσικότητα και προσοχή το σολιστικό μέρος της Φαντασίας. Εντούτοις, δεν κατάφερνε
πάντα να ανταποκριθεί με άνεση και ασφάλεια στα υπερβολικά δύσκολα τεχνικά
περάσματα του έργου, γεγονός που συγχωρείται εύκολα σε έναν εξαίρετο μουσικό της
δικής του καλλιτεχνικής στάθμης. Δεν λησμονούμε το γεγονός, ότι μεγάλο μέρος της
άφθαστης ποιότητας της βιεννέζικης Φιλαρμονικής οφείλεται στη δική του συνδρομή.
Και του είμαστε απολύτως ευγνώμονες για το γεγονός αυτό.
.