Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Σονάτες Beethoven και συναυλία μουσικής δωματίου



Ο πιανίστας Παύλος Γιαλλουράκης, που έδωσε ρεσιτάλ στο ΜΜΑ (3/4)



      Η αναλυτική κριτική αναφορά μας στις από κάθε άποψη εκπληκτικές πρόσφατες ζωντανές μεταδόσεις μελοδραμάτων από την Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης (Metropolitan Opera Live in HD), καθυστέρησαν τη δημοσίευση κριτικής δύο αξιόλογων εκδηλώσεων που πραγματοποιηθήκαν μέσα στον Φεβρουάριο. Ερχόμαστε, λοιπόν, τώρα σε αυτές, αλλά και στο πιο πρόσφατο ρεσιτάλ ενός χαρισματικού Έλληνα πιανίστα που ζει στο Παρίσι. 
      Κατά τη φετινή χρονιά, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, συνεργαζόμενο με διαφορετικούς σολίστ και ορχήστρες, παρουσιάζει έναν κύκλο αφιερωμένο σε δημιουργίες του Ludwig van Beethoven.
     Στο πλαίσιο αυτού του κύκλου ακούγονται και όλες οι Σονάτες για πιάνο του μεγάλου συνθέτη. Στις 20/2, στην Αίθουσα Δ. Μητρόπουλος, από τον Γερμανό πιανίστα Uwe Matschke ακούσαμε τις Σονάτες αρ. 1, Op.2/1,  3, Op. 2/3, αρ. 13, Op. 27/2, Υπό το Σεληνόφως, και τις 32 Παραλλαγές, WoO. 80. Οι ερμηνείες του πιανίστα ήταν προσεκτικά δομημένες και χαρακτηρίστηκαν από γνώση του ύφους και προσοχή στις λεπτομέρειες των έργων. Η συγκέντρωση του παιξίματος και η πολύ καλή δακτυλική τεχνική επέτρεψαν στις αθάνατες σελίδες του Τιτάνα να αναδειχθούν με αμεσότητα και ενδιαφέρον. 
     Μερικές μέρες αργότερα (23/2), στην αίθουσα συναυλιών του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, είχαμε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε ένα πολλά υποσχόμενο τρίο αποτελούμενο από νέους καλλιτέχνες. Ο λόγος για το Trio 92, σχηματισμένο από τους Maciej Skarbek, πιάνο, Magdalena Wieckowska, βιολί, και Λουκία Λουλάκη, βιολοντσέλο (η τελευταία είναι κόρη της άξιας μουσικοπαιδαγωγού Ελένης Τσούτσια-Λουλάκη). Στην ίδια βραδιά συμμετείχε και ο κοντραμπασίστας Damian Posse
     Η συναυλία άνοιξε με το έξοχο Τρίο με πιάνο αρ. 44, Hob. XV/28 του Joseph Haydn, ένα από τα εκφραστικά και τεχνικά δυσκολότερα έργα μουσικής δωματίου της κλασικής περιόδου της μουσικής ιστορίας. Το νεανικό Trio 92, αποτελούμενο από μέλη γεννημένα το 1992, με μουσικότητα και προσοχή αντιμετώπισε τις σπινθηροβόλες φράσεις και το ευφυές πνεύμα του τρανού μουσουργού. Με αμείωτο ενθουσιασμό και ενδιαφέρον στη μεταξύ τους συνεργασία, ερμήνευσαν και τα υπόλοιπα έργα της συναυλίας: Trio élégiaque αρ. 1 του Sergei Rachmaninov και Τρίο αρ. 2, Op. 67, του Dmitri Shostakovich. Πιο συγκεκριμένα, στο έργο του Rachmaninov έφεραν στην επιφάνεια τον άκρατο λυρισμό και ρομαντισμό που διέπει την παρτιτούρα, φροντίζοντας να υπογραμμίσουν τα συμφωνικά χαρακτηριστικά του έργου. Κατά τη σύνθεση του Shostakovich, φώτισαν επιτυχώς τα τραγικά και σαρκαστικά στοιχεία. Στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος, λάβαμε από τους Λουλάκη και Damian Posse μια δεξιοτεχνική εκτέλεση του Ντουέτο για βιολοντσέλο και κοντραμπάσο του Gioacchino Rossini
      Πιο πρόσφατα (3/4),  στο πλαίσιο του προαναφερθέντος «Κύκλου Beethoven», στο Μέγαρο Μουσικής (Αίθουσα Δ. Μητρόπουλος), ακούσαμε ρεσιτάλ ενός πραγματικά εξαίρετου πιανίστα, που ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι, κοντά στην αλησμόνητη καθηγήτρια πιάνου Germaine Mounier, και που εδώ και χρόνια έχει επιλέξει ως τόπο διαμονής και επαγγελματικής δραστηριοποίησης την γαλλική πρωτεύουσα. Ο λόγος για τον Παύλο Γιαλλουράκη, που πρόσφερε άρτια λαξευμένες ερμηνείες των Σονατών αρ. 9, Op. 14/1, αρ. 10, Op. 14/2 και αρ. 11, Op. 22.
     Ειδικότερα, μας εντυπωσίασε η ξεκάθαρη μουσική σκέψη, το συναισθηματικό βάθος, το άμεμπτο γούστο και ο έξοχος τρόπος με τον οποίον ο λαμπρός αυτός καλλιτέχνης αντιλαμβανόταν και μετέφερε τα πλούσια σε ιδέες δομικά στοιχεία της σφριγηλής νεανικής μπετοβενικής σκέψης, πιο συγκεκριμένα, τις μοτιβικές μεταμορφώσεις και τις γεμάτο νόημα εναλλαγές των τονικοτήτων.
     Ο Γιαλλουράκης διαθέτει πλατιά κουλτούρα, καλοδουλεμένη τεχνική, ζηλευτή δακτυλική ευχέρεια, έναν εντελώς προσωπικό και απολύτως ποιοτικό ήχο (με πολλές διαβαθμίσεις δυναμικής και ωραιότατο διαχωρισμό ηχοχρωμάτων), γνωρίζει δε, πώς να σχηματίζει τις φράσεις με πλαστικότητα και σφρίγος.
     Το επίσημο πρόγραμμα του ρεσιτάλ έκλεισε με τη Σονάτα αρ. 8, KV 310/300d, του Wolfgang Amadeus Mozart, εκτελεσμένη με δραματικότητα και γενναιόδωρη έκφραση. Τόσο στα έργα του Beethoven, όσο και σε αυτό του Mozart, εκτιμήσαμε ιδιαίτερα το γεγονός ότι o πιανίστας είχε μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τις παρτιτούρες και σεβόταν κάθε οδηγία των δημιουργών, γεγονός όχι αυτονόητο στην περίπτωση αρκετών συναδέλφων του.
     Ανταποκρινόμενος στις ζωηρότατες επευφημίες του κοινού, ο μουσικός χάρισε εκτός προγράμματος, το τελευταίο μέρος, Allegro ma non troppo-Presto, της Σονάτας αρ. 23, Op. 57, Αppassionata, του Beethoven, παιγμένο με την απαιτούμενη τραγικότητα και συναισθηματική ένταση. Ολοκληρώνοντας, ευχόμαστε να μην αργήσει η επόμενη αθηναϊκή εμφάνιση του όντως πολύτιμου Γιαλλουράκη.



Το Trio 92, που εμφανίστηκε στην Αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός (20/2)

Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Πάθος, έρωτας και κόλαση



Eva-Maria Westbroek (Francesca) και Marciello Giordani (Paolo). 
Φωτο: The Metropolitan Opera



      Το όνομα του  Ιταλού συνθέτη Riccardo Zandonai (1883-1944) μπορεί να μην είναι γνωστό στο ευρύ φιλόμουσο κοινό, ωστόσο στους ειδήμονες της όπερας και σε όσους τραγουδιστές έχουν ερμηνεύσει έργα του, παραμένει σημαντικό. Βεβαίως, η παρτιτούρα που έκανε διάσημο τον Zandonai είναι εκείνη της τετράπρακτης όπερας Francesca da Rimini, βασισμένη σε ένα επεισόδιο από την Κόλαση (πρώτο μέρος του επικού ποιήματος με τίτλο Θεία Κωμωδία) του Dante Alighieri, το οποίο με προσοχή περιεργάστηκε και πρόσφερε σε θεατρικό έργο, ο πολύς Gabriele DAnnunzio (1863-1938), λαμπρός εκπρόσωπος του κόσμου των ιταλικών γραμμάτων.
     Ο Zandonai στηρίχθηκε στο θεατρικό έργο του DAnnunzio (1901) και κυρίως στο libretto που του έγραψε ο Tito Rocordi Jr, εκπρόσωπος του φημισμένου μουσικού εκδοτικού οίκου, προχωρώντας στη σύνθεση μιας όπερας που με αριστοτεχνικό τρόπο συνδυάζει το λυρικό-αισθηματικό στοιχείο με το σκοτεινό-τρομακτικό δράμα, που εμπνέεται από τον παράνομο έρωτα της Francesca και του Paolo, αδελφού του άντρα της ηρωίδας. Ασφαλώς πρόκειται για ένα από τα πολυτιμότερα μουσικά δράματα του ιταλικού ρεπερτορίου του εικοστού αιώνα.
      Η πρεμιέρα της όπερας δόθηκε στο Teatro Regio του Τορίνο, στις 19 Φεβρουαρίου του 1914 και γρήγορα κέρδισε αμέσως τις εντυπώσεις. Η Linda Cannetti υπήρξε η πρώτη διδάξασα του  ρόλου της ηρωίδας, ενώ σπουδαίες ντίβες του εικοστού αιώνα επέλεξαν με προθυμία να προσθέσουν τον ρόλο της γοητευτικής Francesca στο ρεπερτόριο τους: αναφέρουμε ενδεικτικά τα ονόματα των Gilda della Rizza, Magda Olivero (σήμερα 103 ετών!), Renata Scotto και Raina Kabaivanska.
     Στις 16/3, στο πλαίσιο του κύκλου ζωντανών μεταδόσεων από τη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης, παρακολουθήσαμε ανέβασμα της εν λόγω όπερας, σε παραγωγή του 1984 (που για τελευταία φορά είχε παρουσιαστεί το 1986), γνωστή από το πολυβραβευμένο DVD, με πρωταγωνιστές τους Renata Scotto, Plácido Domingo και Cornell MacNeil (Deutsche Grammophon 0440 073 4313 5). Η παραγωγή, που φέρει τις υπογραφές των Pierro Faggioni (σκηνοθεσία), Ezio Frigerio (σκηνικά), Francesca Squarciapino (κοστούμια), Gil Wechsler (φωτισμοί) και Donald Mahler (χορογραφία), μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί μεγαλοπρεπής, εντυπωσιακή και φαντασμαγορική στον πλούτο της σύλληψής της, στην ένταση και αμεσότητα της σκηνοθεσίας, στα έξοχα σχεδιασμένα κοστούμια και σκηνικά, προσεγμένα στη λεπτομέρεια, που με τόσο γούστο συνδύαζαν στοιχεία της εποχής του εξιστόρησης του δράματος (13ος αιώνας) με στοιχεία ύστερων εποχών, όπως λ.χ. της εποχής των προραφαηλιτών του 19ου αιώνα και της εποχής Art Nouveau (πολύ μας άρεσαν τα παστέλ χρώματα της πρώτης πράξης), στους ονειρικούς φωτισμούς, στην έξυπνη χρήση του στοιχείου της φωτιάς και του καπνού και στις άρτιες χορογραφίες. Πραγματικά, είμαστε της άποψης ότι άξιζε τον κόπο η αναβίωσή της. Πόσες φορές αναλογιστήκαμε κατά τη διάρκεια της παράστασης, ότι το έργο αυτό έχει ανάγκη από μια παραγωγή που να σέβεται το ιστορικό πλαίσιο του δράματος και όχι μια εκμοντερνισμένη εικαστική εκδοχή, που κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν πέρα για πέρα ακυρωτική.
     Τον απαιτητικό ρόλο της Francesca κράτησε η  Ολλανδή υψίφωνος Eva-Maria Westbroek, την οποία παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον από το 2001, εποχή που εγκαινίαζε τη συνεργασία της με την Όπερα της Στουτγάρδης. Πρόκειται για την τρίτη τραγουδίστρια στην ιστορία της Met που ερμηνεύει τον ρόλο (οι προηγούμενες ήταν οι Frances Alda και Renata Scotto). Με ξεχωριστό μουσικό ένστικτο, ευγένεια και νεανική εκφραστική δύναμη, έφερε μια σπάνια δραματική πνοή και συγκίνηση στην ηρωίδα που παγιδεύεται μέσα σε ένα μοιραίο ερωτικό τρίγωνο. Δεν δίστασε με νόημα να υπογραμμίσει την ευθραυστότητα της Francesca. Η φωνή της Westbroek βρίσκεται στην καλύτερή της περίοδο διαθέτοντας πλούσια ηχοχρώματα και όγκο. Αντιμετώπισε όλες τις απαιτήσεις της Francesca με άνεση και πειστικότητα. Κάθε στιγμή έδειχνε να λατρεύει τον ρόλο και να ανταποκρίνεται με αμεσότητα στα ζητούμενο. Αξίζει να σημειωθεί ότι είχε την τύχη να μελετήσει για ένα σύντομο διάστημα με τη θρυλική σοπράνο Iris Adami Corradetti (1903-1988), που είχε συνεργαστεί με τον Zandonai και που είχε ερμηνεύσει τον ρόλο της Francesca.
     Στον ρόλο του ερωμένου της Francesca, Paolo, ο Ιταλός τενόρος Marcello Giordani, σταθερός καλλιτέχνης της Met από το 1993, έπεισε με φωνή αντοχής και προσοχή στην εκφορά του ποιητικού κειμένου. Εντούτοις, ιδίως κατά την πρώτη πράξη, δεν έλειψαν οι στιγμές υπερβολικά μεγάλης προσπάθειας προκειμένου να αποδώσει τις νότες της υψηλής φωνητικής περιοχής.
     Ο Αμερικανός Mark Delavan απέδωσε με την απαιτούμενη σατανική διάθεση και γενναιόδωρη φωνή βαρυτόνου τον Gianciotto, ζηλόφθονο, ψυχωτικό και γκροτέσκο αδελφό του Paolo και απατημένο σύζυγο της ηρωίδας. Αντιμετώπισε με αξιοθαύμαστη ευκολία την ιδιαίτερα υψηλή φωνητική έκταση του ρόλου.
     O επίσης Αμερικανός Robert Brubaker, με φωνή τενόρου ολοκάθαρη και καλά εστιασμένη, επωμίσθηκε τον ρόλο του γλοιώδους τρίτου αδελφού, Malatestino. H Dina Kuznetsova, με σκουρόχρωμη φωνή, έπεισε στον ρόλο της Samaritana, αδελφής της Francesca.
     Ως Ostasio (αδελφός της Francesca), ικανοποίησε ο Philip Horst με ήχο γεμάτο, ωραίο και καλό στηριγμένο. Τους μικρότερους ρόλους κράτησαν με τέχνη οι Ginger Costa-Jackson (Smaragdi), Caitlyn Lynch (Biancofiore) και Dísella Làrusdóttir (Garsenda). Σημειώνεται ότι οι δύο τελευταίοι σημείωναν το ντεμπούτο τους στην περίφημη αμερικανική λυρική σκηνή. Εύκολα ξεχώρισε η ανερχόμενη νεαρή Ιταλιδο-αμερικανίδα μέτζο Costa-Jackson με την ιδιαίτερη, βαθιά φωνή της, σε έναν ρόλο γραμμένο για contralto. Η ίδια έχει διακριθεί στον ρόλο της Carmen (Georges Bizet).
     Η χορωδία της Met ερμήνευσε τα μέρη της με προσοχή και ενθουσιασμό.
     Ο αρχιμουσικός Marco Armiliato έσκυψε με μεγάλη αγάπη και φανερό θαυμασμό πάνω από την παρτιτούρα, υποστήριξε με έμπειρη γνώση τους τραγουδιστές, ενώ κατάφερε με επιτυχία και έχοντας στη διάθεσή του την υπέροχη ορχήστρα της Met, να αναδείξει την πλούσια αρμονική γραφή, τον εκστατικό λυρισμό, το αστείρευτο πάθος και τον πλούσιο συναισθηματικό κόσμο της παρτιτούρας του Zandonai.
     Ελκυστική παρουσιάστρια της βραδιάς ήταν η διαπρεπής Αμερικανίδα σοπράνο Sondra Radvanovsky, την οποία είχαμε απολαύσει τον περασμένο Δεκέμβριο, στην ίδια σειρά μεταδόσεων, ως Amelia (Giuseppe Verdi, Un Ballo in maschera). Ας μας επιτραπεί να παρατηρήσουμε ότι ρόλος της Francesca θα ταίριαζε γάντι στη ζηλευτή δραματική φωνή της. Απομένει να ελπίσουμε ότι θα της δοθεί η ευκαιρία της προσέγγισης αυτής της τραγικής ηρωίδας.