Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Mahler από ΚΟΑ και Χριστόπουλο


Ο αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος


Η φετινή συμμετοχή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (ΚΟΑ) στο Φεστιβάλ Αθηνών (Ωδείο Ηρώδου Αττικού, 15/7) είχε ιδιαίτερη σημασία καθώς έδωσε την ευκαιρία στο κοινό  να εκτιμήσει την πρώτη σύμπραξη της ορχήστρας με τον νέο της καλλιτεχνικό διευθυντή, Βασίλη Χριστόπουλο. Ο Χριστόπουλος (γ. 1975) έχει σπουδάσει όμποε, από το 1993 ως το 1995 υπήρξε ομποΐστας της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ, στη συνέχεια μελέτησε διεύθυνση ορχήστρας στη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου και από το 2005 είναι κορυφαίος αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νοτιοδυτικής Γερμανίας (Konstanz).
Το πρόγραμμα της συναυλίας κάλυψε η γιγαντιαίας σύλληψης Συμφωνία αρ. 2 (της Αναστάσεως), για ορχήστρα, μεικτή χορωδία και σολίστ (σοπράνο και κοντράλτο), του Gustav Mahler, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πριν από εκατό χρόνια. Τόσο το Ελληνικό Φεστιβάλ όσο και άλλοι μεγάλοι μουσικοί φορείς του κόσμου τιμούν και θυμούνται αυτόν τρανό μουσουργό με ειδικά αφιερώματα και συναυλίες.
Ο Mahler χρειάστηκε αρκετά χρόνια για να ολοκληρώσει τη Δεύτερη Συμφωνία του: έσκυβε πάνω από την παρτιτούρα από το 1888 (όταν τελείωσε το συμφωνικό ποίημα, Totenfeier, Νεκρώσιμη Τελετή, που θα γινόταν –με ορισμένες αλλαγές- το πρώτο μέρος της εν λόγω συμφωνίας) μέχρι το 1894. Η πρώτη εκτέλεση του έργου δόθηκε το 1895 και η παρτιτούρα εκδόθηκε το 1897. Πρόκειται για ένα αριστούργημα που, όπως και άλλα έργα του συνθέτη, θέτει ερωτήματα γύρω από την ύπαρξη του ανθρώπου, τη ζωή και το νόημα αυτής, το θάνατο και την αιώνια ζωή. 
Η επιλογή του επικού αυτού έργου (διάρκειας άνω των ογδόντα λεπτών) από τον Χριστόπουλο ήταν αρκετά φιλόδοξη και εν μέρει παράτολμη: οι μουσικές και τεχνικές απαιτήσεις του συνθέτη από τον μαέστρο και την ορχήστρα είναι ιδιαίτερα μεγάλες. Ο Χριστόπουλος στάθηκε μπροστά στην πολυμελή ορχήστρα με επαγγελματισμό και μουσική συγκρότηση. Από το πρώτο μέρος του έργου, Allegro maestoso, ήταν προφανές ότι στόχευε με ακρίβεια στην ανάδειξη των δομικών και ρυθμικών στοιχείων. Επιλέγοντας «ασφαλείς» ταχύτητες, συχνά συγκρατημένες και ουδέποτε βιαστικές, θέλησε να αποδώσει με συνέπεια και νόημα τις μουσικές και φιλοσοφικές-ουμανιστικές σκέψεις του Mahler. Η ΚΟΑ ήταν δίχως άλλο έτοιμη να ακολουθήσει τις οδηγίες του νέου της αρχιμουσικού και όντως έπαιξε με διάθεση και φιλότιμο (τα χάλκινα πνευστά ήταν σε καλή φόρμα).
Ωστόσο, κερδήθηκε το στοίχημα; Η πρώτη αυτή συναυλία του Χριστόπουλου προοιωνίζει μια καρποφόρα σταθερή σύμπραξη με την ορχήστρα; Δύσκολα θα μπορούσαμε να δώσουμε μια σαφή απάντηση από την ακρόαση της ερμηνείας της Δεύτερης του Mahler που λάβαμε. Ναι, όπως προαναφέρθηκε, ασφαλώς και υπήρξαν πολλά θετικά στοιχεία και σίγουρα η επιθυμία να μην υπάρξει ούτε στιγμή προχειρότητας και επιπολαιότητας στην εκτέλεση. Εντούτοις, αρκετά βασικά ζητούμενα απουσίαζαν από την ερμηνεία: συχνά οι μεγάλες μουσικές παράγραφοι στερούνταν ροής, ενέργειας, κατεύθυνσης και βαθιάς συγκίνησης (όπου το ζητούσε η παρτιτούρα, ειδικότερα στο τελευταίο μέρος, Im Tempo des Scherzos). Επιπλέον, το κτίσιμο των κλιμακώσεων δεν έπειθε πάντα (ειδικά κατά το πρώτο μέρος, Allegro maestoso, και το πέμπτο μέρος, Im Tempo des Scherzos), οι συναισθηματικές φορτίσεις και αποφορτίσεις δεν ήταν πάντα ξεκάθαρες και σωστά δομημένες. Η ποικιλία και οι αντιθέσεις των ρυθμών, όπως και η εξέλιξη των μετατροπιών, τόσο σημαντικό στοιχείο, δεν φωτίζονταν πάντα με επάρκεια. Ο τρόμος και η σπαρακτική αγωνία, οι φλογεροί ηχητικοί καταρράκτες, που τόσο συχνά εμφανίζονται στην παρτιτούρα, πολλές φορές απονευρώνονταν εκφραστικά. Ακόμα, αρκετές φορές αναλογιστήκαμε ότι δεν υπήρχε ο έλεγχος της «μεγάλης γραμμής» που νοηματικά συνδέει τα μέρη της Συμφωνίας και αποτελεί ένα είδος μουσικής ραχοκοκαλιάς.
Οι σολίστ, Σοφία Κυανίδου (σοπράνο) και Δάφνη Ευαγγελάτου (άλτο), όπως και η Κρατική Χορωδία της Λετονίας «Latvija» και η Χορωδία της ΕΡΤ, ικανοποίησαν ερμηνεύοντας με σωστό συναίσθημα και καθαρά γερμανικά τα τόσο σημαντικά μέρη τους. 
Συνοψίζοντας, μπορεί η πρώτη συναυλία Χριστόπουλου και ΚΟΑ, για μας τουλάχιστον, να μην υπήρξε ιδιαίτερα πειστική. Μπορεί η συγκλονιστική πορεία από το σκοτάδι στο φως, που εκφράζεται με τόση πνοή και δύναμη μέσα από τη Δεύτερη Συμφωνία του Mahler, να μην εξερευνήθηκε επαρκώς. Όμως, θα δοθούν πολλές ακόμα ευκαιρίες να γίνουμε μάρτυρες της συνεργασίας του μαέστρου και της ορχήστρας. Και  ευελπιστούμε ότι  με τη σωστή προετοιμασία και μελέτη, τη σκληρή εργασία, την εύστοχη επιλογή ρεπερτορίου, τη μουσική συνέπεια και το μουσικό όραμα, θα επιτευχθούν τα τόσο επιθυμητά υψηλά αποτελέσματα μουσικής ποιότητας. Μακάρι ο Χριστόπουλος να καταφέρει να εκμαιεύσει περισσότερα ηχοχρώματα και ηχητική διαύγεια από την ΚΟΑ, να διευρύνει την κλίμακα της δυναμικής, να δουλέψει πάνω στην τονική ακρίβεια και στην  πλαστικότητα και ομοιογένεια του ήχου της. Στη διάθεσή του έχει μια ορχήστρα που σχηματίζεται από ικανότατους μουσικούς, εκ των οποίων πολλοί είναι ηλικιακά νέοι, με λαμπρές σπουδές στο εξωτερικό και πραγματική όρεξη για πρόοδο και επιτυχία. Με ενδιαφέρον, λοιπόν, θα παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της νέας αυτής συνεργασίας.