Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

Εξαιρετική παραγωγή του «Ευγένιου Ονιέγκιν»


Η σοπράνο Yekaterina Shcherbachenko στον ρόλο της Tatyana


Στις 14/7, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη), παρακολουθήσαμε την παραγωγή  της όπερας Εugene Onegin του Piotr Ilyich Tchaikovsky, πέμπτη από τις δέκα ολοκληρωμένες όπερες του συνθέτη, παρουσιασμένη για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 1879. Ο Tchaikovsky εμπνεύστηκε την όπερα από τη νουβέλα του Alexander Pushkin που επικεντρώνεται στον είκοσι έξι ετών δανδή Εugene Onegin και στον έρωτά του για την όμορφη Tatyana Larina, η οποία αρχικά τον ερωτεύεται παράφορα, ενώ εκείνος αρνείται να εμπλακεί σε σχέση. Όταν αργότερα, με τη σειρά του, εκείνος αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ζήσει μακριά της, είναι αργά, καθώς η ηρωίδα έχει παντρευτεί και αρνείται να εγκαταλείψει τον σύζυγό της.  
Το Θέατρο Bolshoi ανέθεσε το 2006 την σκηνοθεσία και σκηνογραφία του έργου στον προικισμένο όσο και αμφιλεγόμενο Ρώσο Dmitry Chernyakov, ο οποίος έχει κερδίσει πολλά βραβεία και έχει ασχοληθεί εκτενώς (σχεδόν αποκλειστικά, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς) με τη σκηνοθεσία όπερας. Αυτή ήταν η παραγωγή που παρακολουθήσαμε πρόσφατα στην Αθήνα και ομολογούμε πως πραγματικά εντυπωσιαστήκαμε από τη νέα ματιά και από τα όσα είχε να υποστηρίξει ο σκηνοθέτης σχετικά με αυτό το τόσο διάσημο και συχνά παρουσιασμένο έργο. Θα πρέπει εντούτοις να σημειώσουμε ότι δεν ήταν λίγοι εκείνοι που διαφώνησαν με την  άποψη του Chernyakov, πρώτη μεταξύ των οποίων υπήρξε  η παλιά Ρωσίδα ντίβα Galina Vishnevskaya, χήρα του αξέχαστου βιολοντσελίστα και αρχιμουσικού Mstislav Rostropovich, που κατηγόρησε την εν λόγω σκηνοθεσία και δήλωσε ότι δεν θα ξαναπατούσε το πόδι της στο Bolshoi.
 Ο Chernyakov επανεξέτασε τους ήρωες και φώτισε την ψυχοσύνθεσή τους με ιδιαίτερα έντονο, άμεσο και συχνά ποιητικό τρόπο. Πρόσφερε μια άποψη που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κινηματογραφική λόγω του στησίματος των τραγουδιστών, της ιδιαίτερης ατμόσφαιρας που δομούσε και κυρίως λόγω του όλο νόημα φωτισμού (υπεύθυνος φωτισμού, Gleb Filshtinsky). Τοποθέτησε  τις δύο πρώτες πράξεις στην προεπαναστατική Ρωσία και την τελευταία κάπου στα μέσα του εικοστού αιώνα. Όπως μας τις παρουσιάζει, όλες οι σκηνές διαδραματίζονται μέσα σε κλειστούς χώρους και πιο συγκεκριμένα μέσα σε μεγάλα σαλόνια-τραπεζαρίες, τα οποία ήταν ιδιαίτερα κομψά σχεδιασμένα και φωτισμένα (στις πρώτες πράξεις δεσπόζει ένα μεγάλο τραπέζι και χρώματα κρεμ, ενώ στην τελευταία πράξη, η τραπεζαρία περιβάλλεται από σκούρο κόκκινο ξύλο, που αντικατοπτρίζει το πάθος του Onegin).  Καλαίσθητα ήταν τα κοστούμια, σχεδιασμένα και ραμμένα από την Maria Danilova με εξαίρετο γούστο και αίσθηση διαχρονικής κομψότητας.  
Η ηρωίδα Tatyana για τον Chernyakov δεν είναι απλά ένα ονειροπόλο κορίτσι, αλλά μια θηλυκή ύπαρξη που βασανίζεται, υποφέρει και ξεσπά οδηγούμενη σε νευρική κρίση. Οι διαφορετικές ποιότητες των χαρακτήρων των δύο ηρώων, Onegin και Lenski, υπογραμμίζονται με σαφήνεια: ο πρώτος σκοτεινός, αλλά τελικά συμπαθής μέσα στην τραγικότητά του (στην παραγωγή του Chernyakov τον βλέπουμε να σκοτώνει τον Lenski κατά λάθος, την ώρα που ο τελευταίος κυριολεκτικά προσπαθεί να του βάλει το όπλο στο χέρι προκειμένου να μονομαχήσουν), ενώ ο δεύτερος πιο προσιτός και ευσυγκίνητος. 
Οι τρεις πρωταγωνιστικοί ρόλοι ανατέθηκαν στους εξαίρετους  νέους λυρικούς τραγουδιστές Audun Iversen (Onegin), Yekaterina Shcherbachenko (Tatyana) και Alexei Dolgov (Lenski). H Shcherbachenko, που το 2009 υπήρξε νικήτρια του σημαντικού διαγωνισμού «Cardiff Singer of the World» και  ανήκει πλέον στα μεγάλα αστέρια της ρώσικης οπερατικής σκηνής, έπλασε με πλούσια μουσικά και υποκριτικά μέσα μια ηρωίδα ρομαντική, σχεδόν ψυχωτική στην πρώτη πράξη και δυναμική στην τελευταία, που αρνείται τον έρωτα του Onegin. Έπεισε ως Tatyana μέσω της υπέροχης λυρικής φωνής της, των ευαίσθητων pianissimi και της πανέμορφης παρουσίας και προσωπικής γοητείας της: στοιχεία που σε μαγνήτιζαν. Κατά τη διάρκεια της περίφημης σκηνής του γράμματος (πρώτη πράξη, δεύτερη σκηνή) προκάλεσε ρίγη συγκίνησης τονίζοντας την αγωνία της ηρωίδας μέσω των εναλλαγών δυναμικής και ηχοχρωμάτων της φωνής της και βεβαίως με την κίνηση του σώματός της.
Ο Νορβηγός βαρύτονος Iversen πρότεινε έναν τραγικό και ανασφαλή Onegin, ανακαλύπτοντας κρυμμένα νοήματα στις μουσικές φράσεις και στις λέξεις του κειμένου του ρόλου. Απέδωσε την τελική σκηνή ήταν ιδιαίτερα σπαρακτικό τρόπου που προκαλούσε τον οίκτο μπροστά στο ερωτικό αδιέξοδο που οδηγήθηκε ο ήρωας λόγω της νεανικής του απληστίας, αναποφασιστικότητας και αντιφατικότητας.
Ο Dolgov επιστράτευσε τη λυρική φωνή του τενόρου που διαθέτει για να αποκαλύψει την εύθραυστη αλλά και αθώα  πλευρά του χαρακτήρα του Lenski. Ο ίδιος ερμήνευσε και το χαρακτηριστικό γαλλικό τραγούδι (δεύτερη πράξη, πρώτη σκηνή) που ο Tchaikovsky συνθέτει όχι για εκείνον, αλλά για τον Monsieur Triquet: αυτή η αδικαιολόγητη αλλαγή –επιλογή μάλλον του σκηνοθέτη- δεν μας βρήκε σύμφωνους. 
  Η Margarita Mamsirova απέδωσε με γοητεία και φρεσκάδα το ρόλο της Olga, ενώ οι  έμπειρες Makvala Kasrashvili (Larina) και Irina Udalova (Filippyevna) τραγούδησαν με μεστές και καλά στηριγμένες φωνές. Τον ρόλο του Πρίγκιπα Gremin κράτησε με λαμπρή φωνητική επάρκεια ο Mikhail Kazakov. Άξια θαυμασμού υπήρξε η βαθειά και μεγάλη σε έκταση φωνή του μπάσου Valery Gilmanov, ο οποίος ερμήνευσε τον μικρό ρόλο του Zaretsky.
Η Χορωδία του Θεάτρου Bolshoi υπήρξε ακριβέστατη στην ερμηνεία των μερών της και επιστράτευσε ενθουσιασμό για τις μεγάλες σκηνές. Ιδιαίτερα ποιοτική κρίθηκε η απόδοση του Sinaisky και της ορχήστρας, τα μέλη της οποίας λάξευσαν με έξοχη ηχητική ομορφιά την κάθε μουσική φράση και φρόντισαν να μην χαθεί καμία λεπτομέρεια της αριστοτεχνικά δουλεμένης παρτιτούρας του κορυφαίου Ρώσου μουσουργού. Η ιδιαίτερη μεταχείριση των χάλκινων και ξύλινων πνευστών από τον συνθέτη, οι διάλογοι μεταξύ των οργάνων ή των ομάδων οργάνων και γενικότερα τα πολλά και βαθιά συναισθήματα των ηρώων, τα οποία με τόση αμεσότητα και νόημα σχολιάζονται ή υποστηρίζονται από την ορχήστρα, έτυχαν ιδιαίτερης προσοχής από τον Sinaisky.
Μια από κάθε άποψη εξαιρετική παραγωγή.